Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Ήταν Πάσχα



Ότι έχω στο νου μου
ένα ρολόι το έχει επισκιάσει
ρέπλικα του χρόνου που περνά
και σε τόπο ιερό προσωρινά μ’ αφήνει

Να ‘ταν καλύτερα μια προσευχή
και όχι η θύμησή της δεμένη, με δείκτες
επάργυρη, στο χέρι της παρόρμησης
να ακουμπά αχνά ένα ξένο πρόσωπο

Και εδώ κατοικούνε κόρες όμορφες
ενδεδυμένες με το πέπλο του ιερού μυστηρίου
της απύθμενης ομορφιάς, της ενάρετης αμαρτωλής ανάστασης
που κεντούσαν για μας κάποτε οι γιαγιάδες

Αυτός ο ανίερος λογισμός ας είναι ο αναστάσιμος κρότος
και ότι πιο θολό ακολουθεί ας το αφήσει
γιατί στη ζωή κανείς δε βλέπει πιο καθαρά από μένα
ούτε εγώ από τον καθένα

Ναι, είδα μπροστά μου την κόρη
με τους νερόμυλους στα μάτια
νερό να κατεβαίνει στο κελαριστό χαμόγελό της
όπως κάποτε

ήταν να μοιάζει με την Παναγιά
και εγώ, και Εκείνος ιερά ερωτευμένος στην αγκαλιά της
τόσο πρόθυμος ήμουν να πω Χριστός Ανέστη