Παρασκευή 14 Μαΐου 2010

Τα δάκρυα της Ίλσα - Μέρος Γ'

Πριν συνεχίσετε, διαβάστε: Τα δάκρυα της Ίλσα - Μέρος Α' ,Τα δάκρυα της Ίλσα - Μέρος Β'



Έτσι τυφλωμένος από το φως, ακούω έναν οξύ ήχο όμοιο με αυτόν που κάνει το χαρτί όταν σκίζεται ανοίγοντας τον δρόμο στις λέξεις και στα σχήματα που απεικονίζονται πάνω του να μετατοπίζονται στην πραγματικότητα. Είναι η Ίλσα που έρχεται κοντά μου. Σε κάθε της βήμα οι περσίδες του παραθύρου κλείνουν το σκοτάδι μέσα μου. Το μπαλάκι του μπέιζμπολ κρύφτηκε, πια, πίσω από το φως, που με τη σειρά του εγκλωβίστηκε πίσω από τις κλειστές περσίδες.

Το σώμα στο σκοτάδι είναι κρύο. Ακούς να συνασπίζονται οι γνωστές λέξεις και να διανθίζουν το μονοπάτι του Πόθου. "Je te montre la vie"(Θα σου δείξω τη ζωή) μου ψιθυρίζει στο αυτί η Ίλσα.

"Je vous montre la vie, Je vous montre la lumière et les ténèbres de votre âme, vous montrer le monstre de vous-même. Αυτές τις λέξεις φωνάζει μέσα από την Γκουέρνικα ο Πικάσο, μέσα από τον σουρεαλισμό της τέχνης του. Αυτός ο σουρεαλισμός αντικατοπτρίζει πλήρως την ανάγκη του ανθρώπου να φύγει από την πραγματικότητα της βίαιης φύσης του" λέγει ο καθηγητής Ευρωπαϊκής Τέχνης στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου της Βοστόνης, όπου σπούδαζα. Δίπλα μου στο αμφιθέατρο κάθεται η Μπελ, συμφοιτήτριά μου και καλή φίλη στα χρόνια που πέρασα στη Βοστόνη, με την οποία κράτησα επαφή και μετά τις σπουδές μου, μέχρι τον γάμο της όπου, όπως ήτανε φυσικό, απομακρύνθηκε από την παλιά της ζωή για να αφιερωθεί στη νέα της οικογένεια.

"Έχω πάρει μια εργασία με θέμα Τέχνη και Κινηματογράφος για το μάθημα της ζωγραφικής. Σχεδίασα κάποιες σκηνές από τον κινηματογράφο και έχω αγωνία αν ο καθηγητής μου τις αξιολογήσει θετικά, θέλεις να τις δεις να μου πεις την γνώμη σου;" είπε η Μπελ. Απαντώ θετικά. Η Μπελ ξεφυλλίζει το τετράδιο μπροστά μου και για μια ακόμα φορά επιβεβαιώνω το ταλέντο που έχει στη ζωγραφική. Μια σκηνή από τον Μάγο του Όζ, μια άλλη από ταινία του Τσάπλιν και κάπου εκεί ένα σχέδιο της Ingrid Bergman με τον Humphrey Bogart από την ταινία Casablanca. Η λεζάντα γράφει Ίλσα και Ρίτσαρντ. Περίμενε λίγο, της λέω. "Ίλσα και Ρίτσαρντ" διαβάζω. "Ναι, Ίλσα και Ρίτσαρντ! Σου αρέσει;" με ρωτά η Μπελ.



"Je te montre la vie" μου λέει η Ίλσα ψιθυρίζοντας στο αυτί. Ανοίγω τα μάτια και βρίσκομαι σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Κάπου κοντά μου υπάρχει κι άλλος ένας άντρας αλλά τον διακρίνω θολά επειδή τα μάτια μου αργούν να συνηθίσουν το σκοτάδι πλαισιωμένο από το λιγοστό φως που η χαραμάδα του παραθύρου αφήνει να περάσει. Προφανώς δεν με έχει αντιληφθεί, τουλάχιστον για την ώρα. Σηκώνεται και ανοίγει το παράθυρο για να μυρίσει καλύτερα την θάλασσα που διακρίνεται στο βάθος του τοπίου. Το φως εισβάλει στον χώρο και μου χαρίζει μια πιο καθαρή οπτική εικόνα αυτού του λυτού δωματίου. Προφανώς είναι ένα σπίτι σε μια παραλία στο οποίο κάποιος παραθερίζει το καλοκαίρι ξεφεύγοντας από τις υποχρεώσεις του χειμώνα, αδειάζοντας τις σκέψεις του δροσίζοντάς τες στη θάλασσα. Στη γαλάζια θάλασσα.

Ο άντρας αυτός είναι νεαρός στην ηλικία. Φοράει ένα λευκό πολύ λυτό πουκάμισο και ένα παλιό καφετί παντελόνι, ενώ είναι ξυπόλυτος πάνω στο σανιδένιο πάτωμα. Έχει μαύρα μαλλιά που ανεμίζουν ελαφρά στο αεράκι που εισέρχεται από το ανοιχτό παράθυρο. Στέκεται αγέρωχος κρατώντας με το δεξί του χέρι το ένα παραθυρόφυλλο και με το άλλο ακουμπά στο περβάζι του παραθύρου και κοιτά τα κύματα που μοιάζουν να έρχονται από τον μακρινό ορίζοντα. Πάνω στο περβάζι υπάρχει μια γλάστρα με μαργαρίτες που η κίνηση του αέρα τις κάνει να μοιάζουν με νερόμυλους καθώς τα πέταλα βυθίζονται στο νερό και ξεπροβάλουν ξανά από την άλλη μεριά μέσα από τα αφρίζοντα κύματα.

Στα θεμέλια του νερόμυλου βρίσκεται τσακισμένο ένα καράβι. Ίσως είναι το καράβι του ναυαγού που τώρα στέκεται μόνος του αναπολώντας την χαμένη του συντροφιά στην μακρινή παραλία του σιέλ τοίχου στο σπίτι του Δαυίδ. Τα πέταλα του νερόμυλου βυθίζονται κάθε φορά λίγο πιο πάνω από το κατάστρωμα του ναυαγισμένου πλοίου, πάνω στο οποίο υπάρχει ένας πίνακας που απεικονίζει έναν άντρα, ο οποίος μοιάζει να ήταν η συντροφιά του άτυχου ναυαγού. Ο πίνακας αυτός μου φαίνεται γνωστός, και ο άντρας που απεικονίζεται είναι ίδιος με τον νεαρό άντρα που στέκεται μπροστά μου στο ανοιχτό παράθυρο.

Ένα ημερολόγιο στον τοίχο είναι ανοιχτό στον μήνα Αύγουστο γραμμένο στα ισπανικά, ενώ στο μικρό τραπεζάκι, στο κέντρο του δωματίου, είναι ανοιχτά δύο βιβλία. Πηγαίνω κοντά και ακουμπώ την ξύλινη καρέκλα που βρίσκεται μπροστά από το τραπέζι. Σηκώνω ελαφρώς τα βιβλία για να δω τα εμπροσθόφυλλά τους. Το ένα, αυτό που είναι γραμμένο στα γαλλικά, είναι το Les lys dans la vallee του Ονόρε ντε Μπαλζάκ, ενώ το άλλο είναι ένα απλό γαλλοισπανικό λεξικό. Παρατηρώ οτι στο βιβλίο του Μπαλζάκ είναι υπογραμμισμένη η φράση "Elle vous montre la vie comme elle est"(Θα σας δείξει τη ζωή όπως είναι). Αμέσως, με έκπληξη, αντιλαμβάνομαι ποιος είναι ο νεαρός άντρας που ακόμα στέκεται στο περβάζι του παραθύρου. Πηγαίνω πιο κοντά στο ημερολόγιο για να δω καθαρά την ημερομηνία. Είναι Αύγουστος του 1902.

Οι ήσυχες μέρες του Αυγούστου περνούν νωχελικά για τον ναυαγό. Ο πόνος του μαλακώνει τον εγωισμό του και αυτό τον κάνει ευάλωτο και πολύ πιο ευαίσθητο στα ηλιοβασιλέματα. Αφήνεται, και το σώμα του πέφτει στην ζεστή άμμο. Τα υγρά μάγουλά του την υγραίνουν καθώς σκέφτεται τον σύντροφό του που ξεθωριάζει λίγο κάτω από τον ανθισμένο νερόμυλο.

Παρατηρώ τον νεαρό άντρα και αντιλαμβάνομαι σταγόνες να πέφτουν στο πλινθόκτιστο περβάζι του παραθύρου. Αυτός, όπως και ο Δαυίδ, δεν γνωρίζει την παρουσία μου στο χώρο, αφού δεν μπορεί να με δει. Κοιτώ τα βιβλία που είναι ανοιχτά στο τραπέζι. Τώρα πια ξέρω πως ο νεαρός Ισπανός προσπαθεί με αυτό τον τρόπο να μάθει Γαλλικά μιας και στις αρχές του φθινοπώρου θα ταξιδέψει στο Παρίσι, όπου και θα μείνει αρκετό καιρό. Το ένστικτό μου με ωθεί να πλησιάσω τα βιβλία και να κοιτάξω ξανά την υπογραμμισμένη φράση "Elle vous montre la vie comme elle est", που για κάποιο λόγο έκανε εντύπωση στον νεαρό άντρα, στην σελίδα 16 του βιβλίου στα αριστερά. Ακουμπώντας την ανοιχτή σελίδα με τα τυπωμένα γράμματα, που η μελάνη τους ακόμα διατηρεί την μυρωδιά της, μυρώνοντας την ιστορία με τις ευωδιαστές, γαλλικές, ρομαντικές ιδέες του Μπαλζάκ, αισθάνομαι οτι πρέπει να τσακίσω την επάνω αριστερή άκρη της σελίδας ώστε να επισημάνω κάτι σημαντικό στη σελίδα αυτή που αργότερα μπορεί να είναι χρήσιμο.

Πάνω στο τραπέζι εκτός από τα δυο βιβλία, υπάρχει και μια ξύλινη, πολύ λεπτά διακοσμημένη, καφετί κοσμηματοθήκη με τετράγωνο σχήμα. Στο πλάι με ξυλόγλυπτα γράμματα κόκκινου χρώματος διακρίνεται η επιγραφή "Souvenir de Paris". Ο νεαρός άντρας γυρίζει το κεφάλι του ώστε να κοιτά προς το τραπέζι σκουπίζοντας ταυτόχρονα τα δάκρυα από τα μάτια του. Το βλέμμα του αναζητά κάτι συγκεκριμένο και μόλις το βρίσκει περπατά μέχρι το τραπέζι και το παίρνει, ενώ ταυτόχρονα κλείνει τα ανοιχτά βιβλία τοποθετώντας τα στη βιβλιοθήκη πίσω του. Περιεργάζεται την ξύλινη κοσμηματοθήκη και οδηγεί την ματιά του μακριά στον ορίζοντα, πάνω από την ήρεμη Αυγουστιάτικη θάλασσα.

Λίγο πριν πέσει ο ήλιος στη δροσερή θάλασσα του Αυγούστου, ο ναυαγός αισθάνεται οτι το κενό της απουσίας του φίλου του θα πρέπει με κάποιον τρόπο να καλυφθεί, γι' αυτό αμέσως σηκώνεται από την άμμο και ψάχνει για ένα μικρό κλαδί κάτω από τα πευκόδεντρα. Δίπλα από τις κίτρινες πευκοβελόνες και τους πεσμένους σποροφόρους κώνους βρίσκει τελικά ένα μικρό κυρτό κλαδί, αιχμηρό στη μια άκρη του και γεμάτος χαρά, που θα πετύχει επιτέλους το σκοπό του, το σηκώνει από το έδαφος και κατευθύνεται προς την αμμουδιά που πριν λίγο καθόταν.

Πιάνει και με τα δυό του χέρια σφιχτά το κλαδί και κάνει ένα μεγάλο κύκλο με παχύ περίβλημα στην άμμο γυρίζοντας γύρω από τον εαυτό του. Μόλις τελειώνει τον κύκλο, ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα, βγαίνει από αυτόν και με το κλαδί φτιάχνει άλλους δύο μικρότερους μέσα στον μεγάλο καθώς και μια γραμμή ανάμεσα στους δύο μικρότερους κύκλους.

Από τον ήλιο, πια, είναι ορατό μόνο ένα μικρό μέρος του ενός του ημικυκλίου. Ο ουρανός βάφεται σιγά σιγά εβένινος και αυτό ενεργοποιεί ένα μικρό ψίθυρο που καλεί την ψυχή μας να δημιουργήσει. Τα φώτα των αστεριών τρεμοπαίζουν στο ρυθμό που το κάλεσμα ακούγεται από την ψυχή και το ύδωρ καλείται να δροσίσει αενάως την αμμουδιά με την μορφή μικρών κυμάτων που φτάνουν και σταματάνε στα πόδια του ναυαγού. Και όπως το ύδωρ της θάλασσας, έτσι και η ψυχή ξεσπά πάνω στον ναυαγό, ο οποίος συνειδητοποιεί πως πρέπει να κάνει κάτι ακόμα ώστε το σχέδιο που σχημάτισε στην αμμουδιά να είναι ολοκληρωμένο. Με το κλαδί του λοιπόν, χαράσσει δυο μικρές γραμμές κάτω από τον αριστερό μικρό κύκλο που ο ίδιος το ονομάζει "μάτι". Κάθεται οκλαδόν μπροστά από αυτό που δημιούργησε και ονομάζει τις δυο αυτές γραμμές "δάκρυα".

Κάθε πρωί που θα ξυπνάει ο ναυαγός θα ανακαλύπτει οτι η θάλασσα έσβησε τα σημάδια που άφησε στην άμμο την προηγούμενη μέρα. Σε κάθε ηλιοβασίλεμα όμως αυτός θα παίρνει το κλαδί του από τα πευκόδεντρα και θα σχηματίζει ένα καινούργιο, το οποίο κάθε φορά θα μοιάζει όλο και περισσότερο στο πρόσωπο του πίνακα που ξεθωριάζει μέρα με την μέρα κάτω από τον ανθισμένο νερόμυλο.



Συνεχίζεται...

Πέμπτη 6 Μαΐου 2010

Ντροπή!



Η κοινωνία που συγκροτούν οι άνθρωποι δεν διαφέρει και πολύ απο αυτες των υπόλοιπων έμβιων όντων. Το γεγονός, δε, οτι ο άνθρωπος έχει ανεπτυγμένη την ικανότητα της λογικής καθιστά την κοινωνία του θλιβερό κτηνώδες κατασκέβασμα του εγωισμού. Η λογική υπάρχει μέσα στον παραλογισμό σαν ομόκεντρος κύκλος πραγμα που επιτρέπει στον παραλογισμό να εγκλωβίζει περιμετρικά την λογική και να την στραγκαλίζει προκαλώντας της ασφυξία. Αυτή ειναι η βασική λειτουργία - μηχανισμός που αναπτύσει τις σχέσεις και τους δεσμούς μεταξύ των ανθρώπων, επομένως και των κοινωνικών δομών τους.
Κάποτε υπήρχε μια κοινωνία στον ελλαδικό χώρο που αποτέλεσε μήτρα άλλων νεότερων πολύ σημαντικών κοινωνιών του ανθρώπινου γένους, σημαντικών και ιδιαίτερων λόγο των μελανών σελίδων που άφησαν στην ιστορία μας. Η κοινωνία αυτή προνοούσε και ενδιαφερόταν πολύ για την ικανοποίηση του παραλογισμού των μελών της θυσιάζοντας τα παιδιά της στον Καιάδα. Τα άχρηστα παιδιά της. Αυτά τα παιδιά που η λογική θεωρούσε οτι ήταν ανάξια να προσφέρουν πράγματα στην κοινωνία. Άξιος συνεχιστής της κοινωνίας αυτής στάθηκε τον προηγούμενο αιώνα ο Χίτλερ υποκινουμενος απο την ξενοφοβία και απο την άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση που μάστιζε την ευρώπη την δεκαετία του 30' η οποία δεν άργησε να μετατραπεί σε ιδεολογική.
Σήμερα λοιπόν η δική μας κοινωνία ερχεται ξανά σε επαφή με μια οικονομική κρίση και ζητά μια διέξοδο που θα την οδηγήσει σε μια δήθεν ανάκαμψη. Πόσο ώριμη, όμως, είναι ωστε να πάρει τις σωστές αποφάσεις, να δει τις πραγματικές αιτίες του προβλήματος και να δώσει λύσεις εκεί που χρειάζονται; Η απάντηση ήρθε χτες με τον θάνατο 3 ανθρώπον και την θυσία ενός παιδιού που δε πρόλαβε να γεννηθεί. Χτες η κοινωνία μας αποφάσισε να θυσιάσει τα αγέννητα παιδιά της και έτσι ντύθηκε με τις χλαμίδες του φασισμού και του νεοναζισμού ωστε να γιορτάσει τον νέο Χίτλερ που γεννήθηκε για να ηγηθεί της επανάστασης.
Οι άνθρωποι που απαρτίζουν την κοινωνία σήμερα είναι πολύ κατώτεροι των περιστάσεων σε όλες τις δήθεν ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου. Είναι σε θέση αυτοί να ανατρέψουνε το κεφάλαιο; Να κάνουν αγώνες για την προάσπιση της ελευθερίας τους και της ιδεολογικής τους ανεξαρτισίας; Να σταθούν αλληλέγγυοι στους λαους που έχουν την ανάγκη μας; Η κοινωνία που έχουμε σήμερα δεν συγκρίνεται, οχι με αυτη που απελευθέρωσε την χώρα απο την τουρκοκρατία, όχι με αυτη που στη Γαλλία οδήγησε στην επανάσταση του 1789, αλλα ούτε καν με την κοινωνία της παλαιολιθικής εποχής!
Αίσχος!