Τρίτη 27 Μαΐου 2008

δι' ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι


Ο κόσμος μοιάζει πολύ με αντανάκλαση των σκέψεών μας. Παντού συναντάμε το είδωλο του εαυτού μας ή γνωστές φυσιογνωμίες που έχουμε στο μυαλό μας. Απέναντι από έναν καθρέφτη μαθαίνουμε να αγαπάμε τον εαυτό μας και να γοητευόμαστε από τις αδυναμίες του, καμιά φορά όλο αυτό μας φοβίζει όμως.

Αν βάλεις μια σκέψη ή μια ιδέα να κάτσει μπροστά από έναν καθρέφτη τι χρώμα άραγε θα αποτυπωθούν εντός του; Τι εικόνες θα ξεπηδήσουν; Και να προχωρήσω πιο πέρα, αν βάλεις κάποιο συναίσθημα ή κάποιο άλλο από αυτά τα παιχνιδιάρικα αστέρια που πέφτουν από τον ουρανό της ψυχής στις καρδιές των ανθρώπων, πώς θα μοιάζουν;

Έχω λοιπόν την εξής θεωρία: ο κόσμος είναι ο μεγάλος καθρέφτης και εμείς με την υλική μας ύπαρξη βρισκόμαστε απέναντί του και θαυμαζόμαστε ή απογοητευόμαστε, ενώ απ’ την άλλη πλευρά, εκεί δηλαδή που δεν μπορούμε να δούμε, βρίσκεται το βασίλειο των ψυχών μας το οποίο έχει τους δικούς του νόμους.

Οι απέναντι καμιά φορά παίζουν με μας που είμαστε από δω και μας δοκιμάζουν με τα τερτίπια που μας κάνουν. Είναι ποτέ δυνατόν να ζωντανέψουν οι σκέψεις μας και να παρουσιαστούν μπροστά μας με σάρκα και οστά; Και όμως είναι! Σκέφτεσαι κάποιον που έχεις να τον δεις καιρό και τσούπ να σου τος μπροστά σου ή κάποιος που του μοιάζει έστω. Περπατάς αμέριμνος στο δρόμο έχοντας στο μυαλό το κορίτσι με τα γλυκά ματάκια και δεν προλαβαίνεις να στρίψεις στο επόμενο στενό και να! Το είδωλο της περπατάει με τα χρυσά φτερωτά σανδάλια της.

Αντικατοπτρισμοί.. αντικατοπτρισμοί.. αντικατοπτρισμοί…

Πολύ θα ‘θελα να έβλεπα στην άλλη πλευρά του καθρέφτη. Αυτά που βλέπω δεν μου αρκούν. Θα ‘θελα να ήξερα τα μυστικά της ζωής, αλλά για να δω από την άλλη πλευρά θα έπρεπε να κάνω τον καθρέφτη γυαλί διάφανο. Θα μάθαινα πάρα πολλά,αλλα δε θα μπορούσα πια να δω τον εαυτό μου. Γιατί το γυαλί δε θα ήταν πια καθρέφτης.

Katie Melua - Ghost town

Παρασκευή 23 Μαΐου 2008

La maja desnuda




Υπάρχουν δύο είδη ανθρώπων. Από την μία είναι αυτοί που έχουν έρθει στη ζωή ξέροντας ότι δεν γνωρίζουν τίποτα και διψούν να μάθουν, ζουν στο περιθώριο ή να το πω καλύτερα ζουν σε εκείνη την υπερυψωμένη γωνιά του κόσμου από την οποία μπορούν να δουν οπουδήποτε γύρω τους και από ‘κει προβληματίζονται για την έλλειψη διάρκειας και πνεύματος του κόσμου.
Από την άλλη είναι αυτοί που θέλουν να ζήσουν την ζωή σαν μια διασκέδαση. Θέλουν να τρέξουν πρώτοι, να προλάβουν όλες τις απολαύσεις έτσι παρασύρονται τόσο πολύ ώστε δεν σκέφτονται ότι κάποια μέρα η ζωή τελειώνει, και ίσως δεν τους ενδιαφέρει κιόλας.
Οι μεν πρώτοι είναι οι άνθρωποι που θα ήθελαν να ζουν αιώνια και φοβούνται στην ιδέα του θανάτου ενώ οι δεύτεροι δέχονται πως κάποτε θα αφήσουν την ζωή έστω και αν επιθυμούν αυτό να μην γίνει άμεσα, στην περίπτωση που αυτοί είναι νέοι άνθρωποι.

Ας έρθουμε σε μένα.
Εγώ ανήκω στην πρώτη κατηγορία ανθρώπων. Τρέμω στην ιδέα ότι μια μέρα θα εξαφανιστώ από το πρόσωπο αυτού του κόσμου. Και ας μην μιλήσω μόνο για τον φόβο του θανάτου, φοβάμαι ότι θα έρθει η μέρα που δεν θα έχω δίπλα μου αγαπημένα πρόσωπα, ότι θα έρθει η μέρα που θα με αφήσει κάποιο πρόσωπο το οποίο συμπαθώ αλλά και ανάποδα ότι εγώ ίσως φερθώ άσχημα σε αυτό το άτομο.
Έχω βρεθεί με κάποιους από σας που ίσως διαβάζετε αυτές τις γραμμές και κάθε φορά σκέφτομαι ότι είναι η τελευταία φορά που σας βλέπω από κοντά και ποτέ δεν θα μπορέσω να σας ανακαλύψω καλύτερα. Μια από αυτές ήταν και προχτές που βρέθηκα με κάποιους φίλους. Άραγε πόσους από σας θα ξαναδώ στο μέλλον; Άραγε ήταν η τελευταία φορά που δώσαμε τα χέρια; Και σε κάποια άλλη περίπτωση, πονάω όταν σκέφτομαι ότι ήταν η τελευταία φορά που το βλέμμα μου συνάντησε το χαμόγελό σου και αυτό δεν θα γίνει ποτέ ξανά.

Για τους πιο πάνω πίνακες
Αυτό απεικονίζουν και οι δύο πίνακες πιστεύω. Απ’ την μια η αποδοχή της ζωής και από την άλλη η ντροπή της γύμνιας της ζωής μπροστά στο σκιάχτρο του θανάτου.
Είναι “η γυμνή Μάγια” και “η ντυμένη Μάγια” του Γκόγια. Πρώτος δημιουργήθηκε ο πίνακας που απεικονίζει την γυμνή Μάγια για τον οποίο χρειάστηκαν δύο μοντέλα, ένα για το σώμα και ένα για το κεφάλι. Τα ήθη της εποχής απαγόρευαν την απεικόνιση γυναικείων γυμνών και έτσι ο Γκόγια αναγκάστηκε να ζωγραφίσει και την ντυμένη Μάγια.
Οι πίνακες νομίζω εκθέτονται στο Πράδο στην Ισπανία. Αν έχει πάει η φιλότεχνη Γεωργία μάλλον θα τους έχει δει. Ή μήπως δεν είσαι φιλότεχνη;

Όλα αυτά είναι σκέψεις που μου ήρθαν στο μυαλό ενώ διάβαζα ένα συγκεκριμένο βιβλίο. Αυτά...

Δευτέρα 19 Μαΐου 2008

Η απάντηση της Ψυχής



Ξαναδιάβασα σε ένα βιβλίο σήμερα το παρακάτω. Είναι, για μένα, ένα είδος απάντησης στην προηγούμενη δημοσίευσή μου, και θα ‘θελα να το μοιραστώ με αυτό το
blog:

“Φέρουμε και φερόμαστε από μια ψυχή που δεν γνωρίζουμε. Όταν το αίνιγμα σηκώνεται στα δύο του πόδια χωρίς να λυθεί, είναι η σειρά μας. Όταν τα όνειρά μας τσιμπιούνται στο μπράτσο και δεν ξυπνούν, είμαστε ο εαυτός μας. Γιατί εμείς είμαστε το άλυτο αίνιγμα, εμείς είμαστε το παραμύθι που είναι φυλακισμένο στην ίδια του την εικόνα. Ερχόμαστε και φεύγουμε χωρίς να αποσαφηνίζουμε τίποτα.

Ο καθένας μπορεί να το ερμηνεύσει όπως θέλει.

Πέμπτη 15 Μαΐου 2008

Εν-δ(ε)ια-στελλομαι



Δεν έχω τι να νιώσω, δεν έχω τι όμορφες ιστορίες να σκεφτώ, δεν έχω όμορφες λέξεις να ντύσω αυτές τις ιστορίες. Όλα μοιάζουν γύρω μου ένα απέραντο κενό στο οποίο δεν υπάρχει τίποτα που να με θέλει. Αισθάνομαι σαν να είμαι ο χειρότερος εγκληματίας. Δεν υπάρχω πια για σένα. Σε όλους τους άλλους δίνεις μια σκεπή κάτω από το χαμόγελο σου και δεν υπάρχει ούτε ένα μικρό υπόστεγο για μένα. Μακάρι να μην ήμουν εγώ. Μακάρι να ήμουν κάτι άψυχο που σε περιβάλει. Μακάρι να ήμουν ένα μικρό αρκουδάκι που σου πρόσφερε κάποιο αγαπημένο σου πρόσωπο σε κάποια ευτυχισμένη επέτειο της ζωής σου γιατι θα έπαιρνα αγάπη από σένα πριν καταλήξω μια μέρα σε ένα ανήλιαγο πατάρι, ενώ τώρα βρίσκομαι ήδη σε αυτό ακρωτηριασμένος και μισημένος. Έβαλα τις σκέψεις μου για σένα σε ένα γυάλινο μπουκάλι και καθισμένος στην άκρη ενός υψιπέδου που έβλεπε στο φιόρδ της ψυχής μου μαζί με τα καραβάκια που χάνονταν στον ορίζοντα το έριξα και αυτό στη θάλασσα για να σε βρει.






Η εκούσια εξάρτηση είναι η πιο όμορφη κατάσταση… και πως θα ήταν δυνατή χωρίς αγάπη!

Τρίτη 13 Μαΐου 2008

Αδαμαντία

( Αρχικά και ενώ ήμουν στο χωριό μου μου μπήκε μια ιδέα στο μυαλό και είπα να την αναπτύξω εδώ σε τρεις δημοσιεύσεις μέσα από μια μικρή ιστορία. Όμως η μια έφερε την άλλη και μου βγήκε λίγο μεγάλο. Διάβασα και ξαναδιάβασα κάποια βιβλία και επηρεάστηκα. Έτσι λοιπόν δημοσιεύω την αρχή όπως την είχα γράψει όσο ήμουν διακοπές και επιφυλάσσομαι για τα υπόλοιπα..

Είναι γεγονότα που θυμάται ο ήρωας από την ζωή του σε συνάρτηση με μια κοπέλα που γνώρισε στο παρελθόν και έχει μείνει στο υποσυνείδητο του σαν γλυκιά ανάμνηση. Η σκέψη του ήρωα χάνεται κάποια στιγμή και μπερδεύει πραγματικά με φανταστικά γεγονότα μέχρι να απαντήθει το ερώτημα που χωρίς να ξέρει τον έχει στιγματίσει και τον βασανίζει εκπορευόμενο και αυτό από το υποσυνείδητο του.)



Από όλους τους μήνες του έτους ο πιο αγαπητός σε μένα είναι ο Μάης. Η δημιουργία ξεχειλίζει σε όλο της το μεγαλείο και μαζί της ομορφαίνει η άνοιξη λες και η εποχή αυτή είναι ένας μικρός κρίνος που φυτρώνει και μεγαλώνει τον Μάρτη και τον Απρίλη και τον Μάη ανθίζει.

Ήμουν στον κήπο μου λίγο πριν και απολάμβανα τα χρώματα. Η δημιουργία είναι κάτι που η φύση το προκαλεί αυθόρμητα και αρκεί μόνο να το αποζητήσει κανείς. Η εσωτερική ανάγκη για δημιουργία είναι αυτό που προκαλεί το συναίσθημα της αγάπης και η εξωτερική παλέτα των χρωμάτων ένας καλός τρόπος έκφρασής της.

Να, αυτή την έκφραση καθόμουν και συλλογιζόμουν λίγο πριν χαλαρώνοντας σε μια όχι και τόσο άνετη στάση στο γραφείο μου, που βασάνιζε το κορμί μου ακριβώς όπως οι σκέψεις βασάνιζαν το μυαλό μου. Μα όπως η ομίχλη φεύγει από τον γόνιμο κάμπο και αφήνει την θέση της στη διαύγεια της μέρας έτσι και οι άσχημες σκέψεις και οι προβληματισμοί προσπέρασαν σαν σε καρέ ταινίας μικρού μήκους, όπως θα έλεγε και ο Χιούμ, και στη θέση τους το θυμικό μου πρόσφερε μια στιγμή από την ζωή του John για να μου θυμίσει πόσο αυθόρμητη είναι η έκφραση της αγάπης.

Αυτή η σύντομη ιστορία αρχίζει τον Μάη του 1991 και τελειώνει το καλοκαίρι του 2005 συμπυκνωμένη όπως ακριβώς η παιδική λαχτάρα και η εφηβική παρόρμηση προστάζει. Εξάλλου ποιος είναι αυτός που χάνει την παιδική του αθωότητα και την λαχτάρα να γνωρίσει όσα η ρουτίνα ή η συνήθεια θεωρεί απαγορευμένα;


O John είναι ένα πρόσωπο, θα ‘λεγα φανταστικό, που ίσως ζει σήμερα σε κάποια ιδεατή γειτονιά αυτού του κόσμου ή σε έναν παράλληλο κόσμο και αναπολεί για κάποιο λόγο γεγονότα που του συνέβησαν στη ζωή του. Σήμερα είναι 23 χρόνων.

Αμυδρά θυμάται τα πρώτα χρόνια τής ζωής του και αν του ζητούσε κάποιος να φέρει στην μνήμη του μια απο τις πρώτες εκείνες στιγμές σίγουρα θα αναφερόταν και σ’ αυτή που θα διηγηθώ πιο κάτω. Όλα αυτά στοχεύουν στην απάντηση ενός ερωτήματος το κλειδί της οποίας το φέρει κάθε φορά και ένα διαφορετικό πρόσωπο. Δε θα πω πια είναι η ερώτηση. Θα την θέσω στο τέλος αυτής της ιστορίας μαζί με την απάντηση. Το μυστικό και η ουσία όλων αυτών είναι το ταξίδι, δηλαδή το πέρασμα από την άνοιξη στο καλοκαίρι που σαν ιδέα θα μπορούσε να ζει χιλιάδες χρόνια πριν και να εμπνέει μέσα στους χρόνους ανάλογες ιστορίες.

Ήταν ένα ζεστό μεσημέρι του 1991 και ο John έκανε βόλτες στην αυλή του σπιτιού του γύρω από τα τριαντάφυλλα με τα άσπρα, τα κόκκινα και τα ροζ άνθη, τις μαργαρίτες, τα γεράνια, τα μικρά κυπαρισσάκια, τις φτέρες, τα ζουμπούλια, τις βιολέτες και τα άλλα πολύχρωμα μπουκέτα που αναδύονταν από την πράσινη γη.

Πιο πέρα ο Βέρθερος λιαζότανε κάτω από τον ανοιξιάτικο ήλιο. Ο Βέρθερος ήταν ένας αξιολάτρευτος σκύλος υπάκουος και πολύ παιχνιδιάρης και αν η ηχώ του ονόματός του παραπέμπει σε ένα ογκώδη πλάσμα, αντιθέτως ήταν ένα μικρόσωμο πεκινουά, οιωνός ίσως για την μετέπειτα αγάπη του John για τα έργα του Γκαίτε.

Εκείνη την μέρα λοιπόν έμελε να επισκεφτεί και αυτόν για πρώτη φορά αυτό το συναίσθημα που το ονομάζουν έρωτα, στην πιο αθώα του μορφή. Ήταν μόλις 6 χρόνων.

αι κυριολεκτικά τον επισκέφτηκε.

Σιγά σιγά ο χρόνος επιβράδυνε και όλα άρχισαν να κινούνται πιο αργά λες και είχε καταπιεί κάποιο μαγικό φίλτρο που κάνει τον χρόνο να καθυστερεί σαν μια σταγόνα μέλι στο γυάλινο δοχείο της.

Και αυτός έτοιμος να την γευτεί!

συνεχίζεται...

Τετάρτη 7 Μαΐου 2008

Διάλυμα φωτός

Στίχοι: Διονύσης Καρατζάς
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Μαρία Φαραντούρη


Σταλαγματιά χρυσή τα μάτια σου,
άλλοτε ξοδεύεται σε νύχτα χλοερή
κι άλλοτε λαμπυρίζει σε μάταιους λυγμούς.
Όποιος το δάκρυ σου το ψάξει,
το μικρό ρυθμό του έρωτα ίσως ν' αντιγράψει.

Θαλασσινό πουλί ο ίσκιος σου,
άλλοτε ζυγιάζεται σε βράχο σκοτεινό
κι άλλοτε φτερουγίζει σε κόκκινα νησιά.
Όποιος το δάκρυ σου το ψάξει,
το μικρό ρυθμό του έρωτα ίσως ν' αντιγράψει.


Είναι που τώρα τελευταία με έπιασε μια όρεξη να ακούω Φαραντούρη. Θα επανέλθω όμως. Έχω κάτι καλό να μοιραστώ μαζί σας και μ' αυτό θα υποδεχτώ το καλοκαίρι. Τα λέμε σύντομα.